βιβλίο μαθητή http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2180/Mousiki_E-Dimotikou_html-empl/index20.html
φωτόδεντρο
Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης - Θρήνοι, θρύλοι, παραδόσεις
http://photodentro.edu.gr/v/item/ds/8521/8801
(1ο ακουστικό Τη Υπερμάχω,
«Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια,
ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια,
ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε.
Ἀλλ’ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον,
ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
ἵνα κράζω σοι• Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε».
2ο ηχητικό Δώδεκα ευζωνάκια,
Δώδεκα ευζωνάκια
Δώδεκα ευζωνάκια τ’ αποφασίσανε
στον πόλεμο να πάνε, Παναγιά μου, να πολεμήσουνε.
Στο δρόμο που πηγαίνουν, στη μαύρη θάλασσα,
μαύρη φουρτούνα πιάνει ξεσκίζει τα πανιά.
Bοήθα Παναγιά μου να τα γλυτώσουμε
κι όσα καντήλια έχεις να σ’ τ’ ασημώσουμε.
Δεν κλαίγω το καράβι, δεν κλαίγω τα πανιά,
μον’ κλαίγω τα ναυτάκια, τα δώδεκα παιδιά.
Eμείς κι αν θα χαθούμε το γράφει η μοίρα μας,
διότι πολεμούμε για την πατρίδα μας.
3ο ακουστικό (Θούριος αλλιώς) ,
4ο πήραμε την Τριπολιτσά, 5ο Άκρα του τάφου, 6ο Τσάμικος, 7ο Εθνικός Ύμνος)
Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον
και του απ’ αιώνος μυστηρίου η φανέρωσις
ο Υιός του Θεού, Υιός της Παρθένου γίνεται
και Γαβριήλ την χάριν ευαγγελίζεται
Διό και ημείς συν αυτώ τη Θεοτόκω βοήσωμεν,
Χαίρε Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου.
Κοντάκιον
Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια,
ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια
αναγράφω Σοι η Πόλις σου, Θεοτόκε.
Αλλ’ ως έχουσα το κράτος απροσμάχητον
εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσον,
ίνα κράζω σοι «Χαίρε, Νύμφη Ανύμφευτε.»
Σαράντα παλληκάρια από τη Λε-, από τη Λεβαδειά
(πάνε για να πατήσουνε την Τροπό-, μωρ’ την Τροπολιτσά.)(2)
Στο δρόμο όπου πηγαίνανε
γέροντα, μωρ’ γέροντα απαντούν.
- Ώρα καλή σου γέρο.
- Καλώς τα, καλώς τα, τα παιδιά.
Πού πάτε παλληκάρια, πού πάτε, ωρέ παιδιά.
- Πάμε για να πατήσουμε την Τροπολιτσά.(2)
-Έλα μαζύ μας γέρο, έλα για ο-, έλα για ορμηνειά.
- Δεν ημπορώ, παιδιά μου, γιατί εγέ-, γιατί εγέρασα.
Μόν' πάρτε τον υγυιό μου, τον μικρό-, μωρ’ τον μικρότερο,
πόχει λαγού ποδάρια κι έχει αετού, κι έχει αετού μάτια.
Μάνα μου, τα, μάνα μου, τα κλεφτόπουλα,(2)
τρώνε και τραγουδάνε, άιντε, πίνουν και γλεντάνε.(2)
Μα, ένα μικρό, μα, ένα μικρό κλεφτόπουλο,(2)
δεν τρώει, δεν τραγουδάει, βάι, δεν πίνει, δεν γλεντάει.(2)
Μόν’ τ’ άρματα, μόν’ τ’ άρματά του κοίταζε,(2)
του ντουφεκιού του λέει «γεια σου, Κίτσο μου, λεβέντη.(2)
»Ντουφέκι μου, ντουφέκι μου, περήφανο(2)
σπαθί ξεγυμνωμένο, μια χαρά ‘σουν το καημένο.(2)
απ’ του εχθρού τα χέρια κι απ’ των Τούρκων τα μαχαίρια.»(2)
ΛΕΦΤΕΡΙΑ (ΠΗΔΑ Η ΦΩΤΙΑ)
Έχε γεια, καημένε κόσμε,
έχε γεια, γλυκειά ζωή(2)
και συ, δύστυχη πατρίδα,
έχε γεια παντοτεινή.(2)
ΕΠΩΔΟΣ:
Έχετε γεια, βρυσούλες, λόγγοι,
βουνά ραχούλες.(2)
Στη στεριά δε ζει το ψάρι,
ούτ’ ανθός στην αμμουδιά(2)
κι οι Σουλιώτισσες δεν ζούνε,
δίχως την ελευθεριά.(2)
Οι Σουλιώτισσες δε 'μαθαν
για να ζούνε μοναχά,(2)
ξέρουνε και να πεθαίνουν,
να μη στέργουν στη σκλαβιά.(2)
Σαν να παν σε πανηγύρι,
σ’ ανθισμένη πασχαλιά,(2)
μεσ’ στον Άδη κατεβαίνουν,
με τραγούδια, με χαρά.(2)
Μαύρη, μωρέ, πικρή είν’ η ζωή που κάνουμε.(2)
Εμείς οι μαύροι κλέφτες, εμείς οι μαύροι κλέφτες.(2)
Όλη, μωρέ, όλη μερούλα πόλεμο, (2)
όλη μερούλα πόλεμο, το βράδυ καραούλι.(2)
Με φό-, μωρέ, με φόβο τρώμε το ψωμί,(2)
με φόβο τρώμε το ψωμί, με φόβο περπατάμε.(2)
Ποτέ, μωρέ, ποτέ μας δεν αλλάζουμε,(2)
ποτέ μας δεν αλλάζουμε και δεν ασπροφορούμε.(2)
Κοντά, μωρέ, κοντά στα ξημερώματα(2)
κοντά στα ξημερώματα, γυρίζω να πλαγιάσω.(2)
Το χέ-, μωρέ, το χέρι μου προσκέφαλο,(2)
το χέρι μου προσκέφαλο και το σπαθί μου στρώμα.(2)
Και το, μωρέ, και το ντουφέκι μου αγκαλιά,(2)
και το ντουφέκι μου αγκαλιά σαν το παιδί η μάννα.(2)
Τρα, λα, λα…
Ως πότε παλληκάρια θα ζούμε στα στενά,
μονάχοι σαν λιοντάρια στις ράχες στα βουνά.(2)
ΡΕΦΡΑΙΝ:
Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
(παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή.)(2)
Τρα, λα, λα…
Σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά,
να φεύγουμ’ απ’ τον κόσμο για την πικρή σκλαβιά.(2)
Τρα, λα, λα….
Να χάνουμε αδέλφια, πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας κι όλους τους συγγενείς.(2)
Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει,
λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε, στα μάτια η μάνα μνέει.
στέκει ο Σουλιώτης, ο καλός, παράμερα και κλαίει:
«Έρμο τουφέκι, σκοτεινό, τι σ’ έχω ‘γω στο χέρι;
Όπου ‘συ μου ‘γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει.»(2)
Άκρα…ζηλεύει.
Στα Τρίκορφα μες στην κορφή,
Κολοκοτρώνης πολεμεί,
μες στα Τρίκορφα στην ράχη
πάει το αίμα σαν αυλάκι.
Κολοκοτρώνης φώναξε,
κι όλος ο κόσμος τρόμαξε,
του Νικηταρά φωνάζει,
και τους Τούρκους όλους σκιάζει.
Πού ‘σαι, μωρέ Νικηταρά,
πού ‘χουν τα πόδια σου φτερά,
μες στους κάμπους πως κοιμάσαι,
και τους Τούρκους δε φοβάσαι.
Πιάνεις τους Τούρκους ζωντανούς,
σαν τα ζαγάρια τους λαγούς,
γιέμ’ τους πιάνεις και τους δένεις,
στην Τροπολιτσά τους στέλνεις.
Είσαι το φλάμπουρο πούχει μεράκι του
την έννοια της ελευθεριάς,
σ’ έχει ο Κολοκοτρώνης μπαϊράκι του
κι ο καπετάνιος Ζαχαριάς.
ΕΠΩΔΟΣ :
Άσπρη, γαλάζια, σωστή ζωγραφιά,
σαν τ’ ουρανού το χρώμα,
(ξέρεις στ’ αλήθεια να κάνεις θεριά
και τους δειλούς ακόμα.)(2)
Τι πατριώτες και τι πατριώτισσες
θύματα πέσανε σωρό,
για μια σημαία ‘σέρναν οι Σουλιώτισσες
τον τελευταίο τους χορό.
Δέσπω, Σουλιώτισσα, που αντιστάθηκες στις μαύρες σκέψεις του Αλή,
για μια σημαία τότ’ ανατινάχτηκες
κι ούτε το σκέφτηκες πολύ.
Δ. Σολωμού
Στων Ψαρρών την ολόμαυρη ράχη
περπατώντας η δόξα μονάχη,
μελετά τα λαμπρά παλληκάρια
και στην κόμη στεφάνι φορεί,
(γινομένο από λίγα χορτάρια
πούχαν μείνει στην έρημη γη.)(2)
Ένα τραγούδι ν’ ακουστεί,
το τραγούδι του βορριά στην λεβεντιά,
που 'χει για λύρα και βιολιά,
τα τουφέκια, τα βόλια, την φωτιά.
Του Καραϊσκάκη, τα θεριά, στους ώμους,
στο Κερατσίνι μια φορά,
απ’ τα ταμπούρια τα υγρά, τον ήλιο,
σήκωναν ν’ ανεβεί ψηλά.
Ένα τραγούδι…φωτιά.
Του Καραϊσκάκη, τα θεριά, ορμούσαν,
χύνονταν μέσα στην φωτιά
και μεσ’ στα χέρια, τα τραχειά, μετρούσαν
χούφτα την χούφτα λευτεριά.
Ένα τραγούδι ν’ ακουστεί,
που το λέει η λευτεριά στην λεβεντιά
(και στ’ Αη Νικόλα την αυλή,
στο Κερατσίνι αρχίζει γιορτή.(2)
Στ.:Δ. Ζυγουρα - Μ.:Ι.Μιχοπούλου
Σε σας,
που για τη λευτεριά και την τιμή
με του Χριστού την πίστη στην ψυχή
για την πατρίδα αγωνιστήκατε(2)
Σε σας,
που του θανάτου την αψηφισιά
και τη μεγαλοσύνη της καρδιάς
κληρονομιά σε μας αφήσατε(2)
Σε σένα Σουλιώτισσα, μάννα γενναία,
Ηπειρώτισσα, καπετάνισσα,
σε σε Μακεδόνισσα, Θρακιώτισσα κόρη
κι αδελφή Ψαριανή λεβέντισσα…
Που χάρισες συ στον αγώνα
αδάμαστα τα κλεφτόπουλα
και ναυμάχους φοβέρα στα πέλαγα
διαλεχτά Ελληνόπουλα.
Και σε σένα που είδες να σβήνουν
οι ελπίδες και τα χρυσόνειρα,
Μικρασιάτισσα, Μεσολογγίτισσα,
της θυσίας αρχόντισσα.
Και σε σένα μικρή Κυπριοπούλα,
που ακόμα προσμένεις και ζητάς,
αναστάσιμα και γλυκοτόνιστα
ν’ ακουστούν νικητήρια.
Σε σας,
που για …αγωνιστήκατε(2)
Σε σας,
γυναίκες Ελληνίδες, η καρδιά μ’ ευγνωμοσύνης δάφνη και μυρτιά
ξανά με σέβας υποκλίνεται.(2)
Σε σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου